ΤΓΓΦ ΕΚΠΑ – ΨΗΦΙΣΜΑ: Η προτεινόμενη συγχώνευση των ξενόγλωσσων τμημάτων δεν εξασφαλίζει επαρκή επιστημονική κατάρτιση που να οδηγεί σε σαφή αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα (11.02.2013)


ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑ

Τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας τάσσονται κατηγορηματικά εναντίον της συγχώνευσης των Τμημάτων Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας,  Γαλλικής  Γλώσσας και Φιλολογίας, Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας και συνολικά εναντίον του Σχεδίου ΑΘΗΝΑ, με το οποίο επιχειρείται η υποβάθμιση της παρεχόμενης Παιδείας στην Ελλάδα και η συρρίκνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ιδιαίτερα των Ανθρωπιστικών Σπουδών.

Από τον Υπουργό Παιδείας υποβλήθηκε προς διαβούλευση το Σχέδιο ΑΘΗΝΑ με βασική αιτιολογία την «εκπλήρωση του θεμελιώδους ρόλου της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική».

Ως προς τους στόχους του Σχεδίου αναφέρεται ότι θα προσφέρει: α) στους διδάσκοντες «βέλτιστες συνθήκες διδασκαλίας, έρευνας και προοπτική ακαδημαϊκής ανέλιξης και καταξίωσης», β) στη Νέα Γενιά «επαγγελματικό ορίζοντα και κινητικότητα, κοινωνική ένταξη και καταξίωση», και γ) στην Ελλάδα «θύλακες επιστημονικής αριστείας, ανθρώπινο δυναμικό και προοπτική ανάπτυξης». Προβάλλεται, επίσης, το επιχείρημα ότι μέσω των συγχωνεύσεων «συγγενών (ως προς το γνωστικό αντικείμενο) Τμημάτων» θα δημιουργηθούν  «Θύλακες Αριστείας».
    
Στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ, συγκεκριμένα, το Σχέδιο ΑΘΗΝΑ προβλέπει την ίδρυση «Τμήματος Ξένων Γλωσσών και Φιλολογίας» με 5 Κατευθύνσεις: «1. Αγγλικής Γλώσσας, 2. Γαλλικής Γλώσσας, 3. Γερμανικής Γλώσσας, 4. Ισπανικής Γλώσσας και 5. Ιταλικής Γλώσσας».

Θεωρούμε ότι η προτεινόμενη συγχώνευση δεν οδηγεί στην επίτευξη των ανωτέρω στόχων, αλλά αντίθετα αντιστρατεύεται κοινώς αποδεκτά επιστημονικά δεδομένα και υπονομεύει την ποιότητα της Παιδείας και τις Ανθρωπιστικές Σπουδές.
       
Η πρόταση για ίδρυση Τμήματος «Ξένων Γλωσσών και Φιλολογίας» αποτελεί επιστημονικό ατόπημα, διότι τέτοιος επιστημονικός κλάδος δεν υφίσταται. Είναι γνωστό ότι τα υπάρχοντα Τμήματα θεραπεύουν σαφώς διακριτά επιστημονικά αντικείμενα, τα οποία αντιστοιχούν σε αυτόνομους επιστημονικούς κλάδους. Στο κάθε Τμήμα Φιλολογίας μελετάται και διδάσκεται ξεχωριστά για κάθε γλώσσα ο λογοτεχνικός, φιλοσοφικός και πολιτισμικός πλούτος της εκάστοτε γλωσσικής κοινότητας, όπως επίσης και η επιστημονική μελέτη και η διδακτική της εκάστοτε γλώσσας.
       
Η ίδρυση του προτεινόμενου Τμήματος με την επωνυμία «Ξένων Γλωσσών και Φιλολογίας» υποβαθμίζει τα επιστημονικά και ερευνητικά πεδία της κάθε Φιλολογίας, δημιουργώντας απλές «κατευθύνσεις», οι οποίες στοχεύουν κατ’ ουσίαν στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Οι φιλολογικές σπουδές, όμως, δεν είναι διαδικασία εκμάθησης γλώσσας, αντίθετα προϋποθέτουν τη γνώση της. Για αυτό οι φοιτητές εισάγονται στα υπάρχοντα Τμήματα μετά από πανελλαδικές εξετάσεις γλωσσομάθειας.
           
Τα υπάρχοντα Τμήματα είναι αυτά που προσφέρουν υψηλού επιπέδου σπουδές, έχουν οργανωμένα προγράμματα σπουδών – στα οποία διδάσκουν μέλη ΔΕΠ με τα αντίστοιχα γνωστικά αντικείμενα – και είναι τα μόνα που εξασφαλίζουν στους αποφοίτους την απαραίτητη επιστημονική κατάρτιση τόσο για την περαιτέρω ακαδημαϊκή τους εξέλιξη όσο και για την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Από τα Τμήματα αυτά της Φιλοσοφικής Σχολής αποφοιτούν επιστήμονες με αναγνωρισμένες – στην Ελλάδα και το εξωτερικό – ειδικεύσεις, οι οποίοι διαπρέπουν σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών και κατέχουν πτυχία που προσφέρουν συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα.
           
Η δημιουργία ενός τεράστιου υβριδικού Τμήματος με κατευθύνσεις γλωσσών και υποβαθμισμένα επιστημονικά αντικείμενα θα έχει ολέθριες συνέπειες τόσο για τους διδάσκοντες όσο και για τους φοιτητές. Αναφορικά με τους διδάσκοντες, η συγχώνευση των Τμημάτων και η δημιουργία ενός δυσλειτουργικού (89 μέλη ΔΕΠ) Τμήματος όχι μόνο δεν οδηγεί σε «βέλτιστες συνθήκες διδασκαλίας», αλλά υποβαθμίζει και συρρικνώνει τα επιστημονικά αντικείμενα και κατ’ επέκταση εμποδίζει την ανάπτυξη της έρευνας και κάθε «προοπτική ακαδημαϊκής ανέλιξης και καταξίωσης».

Αναφορικά με τους φοιτητές, η συγχώνευση των Τμημάτων δεν εξασφαλίζει επαρκή επιστημονική κατάρτιση που να οδηγεί σε σαφή αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα, γεγονός που δεν βελτιώνει τον «επαγγελματικό ορίζοντα και την κινητικότητα, την κοινωνική ένταξη και καταξίωση».
           
Συνεπώς η επιχειρούμενη υποβάθμιση της έρευνας και των παρεχόμενων σπουδών σαφώς και δεν μπορεί να συντελέσει στη δημιουργία «Θυλάκων Αριστείας» στα Πανεπιστήμια ούτε οδηγεί στην «Αριστεία» γενικότερα. Η προτεινόμενη συγχώνευση των Τμημάτων Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής, Ιταλικής και Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας με το επιχείρημα της «σύνδεσης γνωστικών αντικειμένων» αποτελεί αντίφαση ως προς τον στόχο της «Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής», διότι υποβαθμίζονται οι ξενόγλωσσες φιλολογίες, οι οποίες αποτελούν εξ αντικειμένου γέφυρες με την Ευρώπη και τον κόσμο, τη στιγμή ακριβώς που η χώρα αγωνίζεται για την ευρωπαϊκή προοπτική της. Θεωρούμε, τέλος, ότι η συρρίκνωση των Ανθρωπιστικών Σπουδών θα έχει δυσμενέστατες συνέπειες για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, η οποία πλήττεται από την κρίση, καθώς της αφαιρείται με αυτόν τον τρόπο το πιο σημαντικό της όπλο, η ΠΑΙΔΕΙΑ.
           
Για όλους τους ανωτέρω λόγους:
α) ζητούμε από το αρμόδιο Υπουργείο να αποσύρει το Σχέδιο ΑΘΗΝΑ και να μην προχωρήσει στη συγχώνευση των Τμημάτων και
β) δηλώνουμε έτοιμοι να αγωνιστούμε για την αυτοτέλειά τους.

ΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

db2b287636ac5ebda430de4f3f643b24PSIFISMA__GS_TGGF.doc