ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΣΚΓ ΠΕ)
info@apf.gr www.apf.gr
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ & ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ (ΣΚΓΓΦ ΠΠ)
aplf@otenet.gr www.aplf.gr
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ (ΠΑΣΥΚΑΓΑ)
apelf@hotmail.com www.pasykaga.gr
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΠΕΚΑΓΕΠΕ)
info@deutsch.gr www.deutsch.gr
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ – ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΕΚΑΓΕΠΕ ΒΕ)
thessaloniki@deutsch.gr www.deutsch.gr
Αθήνα, 25 Μαΐου 2011
Προς: Υφυπουργό Π.Δ.Β.Μ.Θ. κα. Εύη ΧριστοφιλοπούλουΚοιν: 1. Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Κάρολο Παπούλια 2. Πρωθυπουργό της Ελλάδας, κ. Γεώργιο Παπανδρέου 3. Υπουργό Π.Δ.Β.Μ.Θ, κ. Άννα Διαμαντοπούλου 4. Γεν. Γραμματέα Υ.Π.Δ.Β.Μ.Θ, κ. Βασίλης Κουλαϊδή 5. Ειδικό Γραμματέα Υ.Π.Δ.Β.Μ.Θ, κ. Μιχάλη Κοντογιάννη 6. Πανελλήνια Ένωση Καθηγητών Αγγλικής Δ.Ε
7. ΟΛΜΕ
8. ΔΟΕ
YΠΟΜΝΗΜΑ
Αξιότιμη Κυρία Υφυπουργέ,
Υποβάλλουμε το παρόν υπόμνημα, όπως μας προτείνατε, σε συνέχεια της σύσκεψης που πραγματοποιήσαμε μαζί σας την Τετάρτη 11 Μαΐου 2011.
Στο υπόμνημά μας κωδικοποιούμε τα εξής:
1. Στην Ευρώπη, ήπειρο με δημογραφικό πρόβλημα, παρατηρείται την τελευταία δεκαετία ιδιαίτερη έμφαση στην παροχή ποιότητας στην εκπαίδευση με συνακόλουθες τάσεις αφενός την επιμήκυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αφετέρου την έναρξη της υποχρεωτικής εκπαίδευσης από το Νηπιαγωγείο. Ως κατ´εξοχήν προτεραιότητες θεωρούνται η παροχή γνώσεων, η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η διαμόρφωση στάσεων με στόχο την προετοιμασία των μαθητών/τριών για την ενήλικη ζωή στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που επικεντρώνεται στην υιοθέτηση της δια βίου μάθησης.
2. Στο προαναφερόμενο πλαίσιο, κεντρικό ρόλο παίζουν οι γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις στους τομείς των Φυσικών και Κοινωνικών επιστημών και στις Ξένες Γλώσσες. Η γνώση ξένων γλωσσών είναι μία από τις 8 δεξιότητες που οι χώρες–μέλη της ΕΕ οφείλουν να φροντίσουν να αναπτύξουν οι μαθητές/μαθήτριες κατά την εκπαίδευσή τους, σύμφωνα με τις συνθήκες που έχουν συναποφασίσει και συνυπογράψει, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
3. Τα δεδομένα που αφορούν στην ξενόγλωσση εκπαίδευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο την τελευταία δεκαετία δείχνουν τα εξής:
– Διδασκαλία 2 ξένων γλωσσών α) στο Δημοτικό, β) στο Κατώτερο Δευτεροβάθμιο Κύκλο Σπουδών (για την Ελλάδα, Γυμνάσιο) και γ) στο Ανώτερο Δευτεροβάθμιο Κύκλο Σπουδών (για την Ελλάδα, Λύκειο).
– Διδασκαλία της 1ης διδασκόμενης Ξένης Γλώσσας από την Α´ τάξη του Δημοτικού και σε ορισμένες χώρες ήδη από το Νηπιαγωγείο, με έμφαση στον προφορικό λόγο και παιγνιώδη μεθοδολογική προσέγγιση.
– Διδασκαλία της 2ης Ξένης Γλώσσας στις περισσότερες πλέον Ευρωπαϊκές χώρες ήδη από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού σχολείου.
– Διδασκαλία 3ης Ξένης Γλώσσας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Βαθμίδα Εκπαίδευσης σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες.
– Διδασκαλία των ξένων γλωσσών σε πιστοποιήσιμο επίπεδο γλωσσομάθειας (λόγος αριθμού ωρών διδασκαλίας / αριθμό ετών διδασκαλίας).
– Διδασκαλία εναρμονισμένη με τις προδιαγραφές και τις αρχές του Κοινού Πλαισίου Αναφοράς για τη Διδασκαλία των Ξένων Γλωσσών του Συμβουλίου της Ευρώπης.
4. Προκύπτει, συνεπώς, ο ακόλουθος προβληματισμός (τον οποίο τονίσαμε ήδη σε προηγούμενα κείμενά μας): πώς είναι δυνατόν σε μία χώρα σε οικονομική κρίση, άρα και κοινωνικά προβλήματα, με δημογραφικό πρόβλημα, με περιορισμένους τομείς ανάπτυξης, οι οποίοι βρίσκονται σε σαφή περίοδο κάμψης, να μην επιδιώκεται ξεκάθαρα η αυτονόητη και αυταπόδεικτη επένδυση στους ανθρώπινους πόρους, στους νέους ανθρώπους, που αποτελούν την μοναδική ίσως ελπίδα ανάκαμψης; Κι αυτό σε ένα τομέα όπως οι Ξένες Γλώσσες, τομέας ο οποίος αποτελεί στην ουσία αφενός αυτοτελές γνωστικό αντικείμενο, αφετέρου οριζόντια δράση ως επικοινωνιακός μοχλός μέσω του οποίου μπορεί να επιτευχθεί η γνώση και η μάθηση σε άλλους γνωστικούς τομείς καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής. Σε ένα τομέα ο οποίος, σύμφωνα με τα επίσημα ευρωπαϊκά κείμενα, αποτελεί πολιτική και στρατηγική προτεραιότητα.
5. Με άλλα λόγια, βάσει όλων των προηγουμένων θα επαναλάβουμε τις πάγιες και τεκμηριωμένες απόψεις μας σχετικά με τη διδασκαλία και περαιτέρω βελτίωση της διδασκόμενης 2ης Ξένης Γλώσσας.
– Υποχρεωτική διδασκαλία 2 ξένων γλωσσών σε Δημοτικό, Γυμνάσιο & Λύκειο.
– Υποχρεωτική διδασκαλία της 2ης ξένης γλώσσας από την Δ´ Δημοτικού.
– Σύσταση οργανικών θέσεων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
– Σύνδεση της διδασκαλίας (στο σχολείο) της 1ης και της 2ης ξένης γλώσσας με το Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας (ΚΠγ), με επαναφορά των τριών ωρών/εβδομάδα στο Γυμνάσιο
– Διδασκαλία των ξένων γλωσσών σε τμήματα με μικρό αριθμό μαθητών ανά επίπεδο γνώσεων.
6. Παρά ταύτα, παρατηρούμε από την πλευρά του Υπουργείου τάση σπουδής και ασαφειών αναφορικά με τα θέματα της ξενόγλωσσης εκπαιδευτικής πολιτικής, στοιχείο που δημιουργεί την αίσθηση ενός «επτασφράγιστου μυστικού».
Η πρόταση του ΥΠΔΒΜΘ για το «Νέο Λύκειο», για την οποία έχουμε ήδη καταθέσει τις θέσεις μας και τις προτάσεις μας,
– δεν οριοθετεί την ύπαρξη προώθησης και καλλιέργειας στην πράξη δυναμικής ξενόγλωσσης εκπαιδευτικής πολιτικής με επίκεντρο το «πρώτα ο μαθητής» (χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο σημαντικός αριθμός εκπαιδευτικών που ανήκει οργανικά στο Λύκειο και θα μείνει μετέωρος)
– καταργεί τη διδασκαλία της 2ης Ξένης Γλώσσας, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή ούτε η εμβάθυνση στις αρχές του Κοινού Πλαισίου Αναφοράς για τις Ξένες Γλώσσες ούτε η κατάκτηση συγκεκριμένου επιπέδου γλωσσομάθειας ούτε η σύνδεση της παρεχόμενης γνώσης με την πιστοποίηση.
Στο Δημοτικό σχολείο βρισκόμαστε μπροστά στο ρητορικό ερώτημα:
«τι θα αναδείξει και τι θα καταδείξει η μελέτη της εξωτερικής αξιολόγησης;».
Ερωτήματα:
α) είναι τυχαίο το γεγονός ότι προωθείται η εξωτερική αξιολόγηση «της Εφαρμογής Ξενόγλωσσων Προγραμμάτων Σπουδών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» ταυτόχρονα με την πρόταση του ΥΠΔΒΜΘ για τον εξοστρακισμό της διδασκαλίας της 2ης ξένης γλώσσας από τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας;
β) πρέπει ή είναι συνετό το ποτάμι να γυρίσει πίσω σε πολιτικές, που αποκλίνουν από την πρόοδο, το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γίγνεσθαι, όσον αφορά την έγκαιρη εισαγωγή και γραμματισμό στη 2η Ξένη Γλώσσα, έστω και αν η εξωτερική αξιολόγηση έδειχνε ότι κάτι δεν είχε υλοποιηθεί σωστά; Με άλλα λόγια, είναι σκόπιμο και επωφελές για την κοινωνία να ακυρωθεί η εθνική εκπαιδευτική στοχοθεσία;
Είναι σαφές ότι τα όποια πορίσματα βάσει των όποιων μελετητικών μεταβλητών εισαχθούν κατά την εκπόνηση της μελέτης αξιολόγησης, δεν θα ανατρέψουν την αυτονόητη προστιθέμενη αξία, που θα προκύψει σε βάθος χρόνου, από την εισαγωγή της 2ης Ξένης Γλώσσας στο Δημοτικό σχολείο. Αντίθετα, θα αναδείξουν πτυχές οι οποίες θα πρέπει να τύχουν βελτίωσης. Οι πτυχές αυτές ως «κοινός τόπος» είναι ήδη γνωστές στους επαΐοντες. Αποτελούν εν μέρει απότοκα ενός μη άρτιου αρχικού σχεδιασμού. Απομένει να τεκμηριωθούν και βάσει μελέτης. Αυτό όμως, δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανακόψει τη ροή διδασκαλίας της 2ης Ξένης Γλώσσας στο Δημοτικό Σχολείο με μελλοντικό άμεσο στόχο την εισαγωγή της από την Δ´ τάξη του Δημοτικού Σχολείου.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης αναδείχθηκε το θέμα της διάκρισης των Γυμνασίων σε Γαλλόφωνα και Γερμανόφωνα. Θεωρούμε ότι ο χωρισμός αυτός δεν πρέπει να γίνει γιατί δεν εξυπηρετεί καμία διάσταση.
Αντίθετα:
– Λειτουργεί ως κριτήριο διάκρισης ή και «γκετοποίησης» των σχολείων.
– Επηρεάζει την κοινωνική αυτο-εικόνα και απόδοση σχολικών μονάδων, μαθητών και εκπαιδευτικών
– Φέρνει στην επιφάνεια θέματα σχετικά με «αναγκαστική επικίνδυνη μετακίνηση μικρών μαθητών», κυρίως σε μεγάλες πόλεις και/ ή ευαίσθητες κοινωνικά συνοικίες.
Υπενθυμίζεται ότι το θέμα ήδη αναδείχθηκε με τις καταργήσεις/ συγχωνεύσεις σχολείων. Οι γονείς δε θα πειστούν εύκολα για την αναγκαιότητα αυτής της μετακίνησης με κριτήριο το δίωρο της 2ης ξένης γλώσσας και θα οδηγήσει σε καταστρατήγηση της δυνατότητας ελεύθερης επιλογής της.
– Προϋποθέτει την κατάργηση της χωροταξικής κατανομής των μαθητών/μαθητριών στα σχολεία, γεγονός που θα επισύρει αντιπαραθέσεις και αντιπαλότητες ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς αλλά και στα σχολεία και θα επηρεάσει αρνητικά τη λειτουργία τους. Η επιλογή του Γυμνασίου σύμφωνα με την 2η διδασκόμενη ξένη γλώσσα, δεδομένου του διαφορετικού αριθμού των μαθητών/μαθητριών θα επηρεάσει και το συνολικό αριθμό του μαθητικού δυναμικού κάθε σχολείου και το συνολικό αριθμό των τμημάτων και θα δημιουργήσει υπεραριθμίες ή ελλείψεις και στις άλλες ειδικότητες.
– Θα δημιουργήσει επίσης διαχωρισμό σε «γαλλόφωνες» και «γερμανόφωνες» περιοχές.
7. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η εσωστρεφής στάση του Υπουργείου δεν επιτρέπει τη γνώση της πιθανότητας συμπλήρωσης ωρών διδασκαλίας μέσω οριζόντιων δράσεων στη βάση μιας σωστά οργανωμένης θεσμοθέτησης, που να μην αφήνει περιθώρια σε καταστάσεις θεσμικής ανασφάλειας του εργαζομένου.
8. Η πολιτικά και κοινωνικά ευαίσθητη πρότασή μας σχετικά με την ανέξοδη για την πολιτεία και το κράτος διευθέτηση του ζητήματος στο σύνολό του και ειδικότερα για το Δημοτικό σχολείο παραμένει αναπάντητη και αναξιοποίητη παρά τα ποσοτικά επίσημα δεδομένα τα οποία διαθέτει το Υπουργείο.
Τα θέματα αυτά πρέπει να λυθούν, προκειμένου να υπάρξει συνετή επίλυση των προβλημάτων που αναφύονται και που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους επηρεάζοντας καταλυτικά την ποιότητα στην εκπαίδευση.
Μέχρι να έχουμε την τιμή και την ευκαιρία να συναντηθούμε εκ νέου μαζί σας, όπως, άλλωστε εκφράσατε την επιθυμία, στο πλαίσιο υλοποίησης συναινετικών και δημοκρατικών διαδικασιών, σας επισυνάπτουμε το προηγούμενο κείμενο με τα ερωτήματά μας, για τα οποία, δυστυχώς, μέχρι σήμερα δεν έχουμε πάρει καμία επίσημη και σαφή απάντηση.
Με εκτίμηση
Τα Διοικητικά Συμβούλια των επιστημονικών ενώσεων των εκπαιδευτικών
Γερμανικής και Γαλλικής Φιλολογίας όλης της χώρας